Η δυσκολία κατάκτησης της και η εκπαιδευτική παρέμβαση. Η δυσαναγνωσία είναι μία δυσκολία που σχετίζεται με την ελλειμματική αναγνωστική ικανότητα του παιδιού. Τη συναντάμε πολλές φορές να συνυπάρχει ή να είναι σύμπτωμα της δυσλεξίας ή της ΔΕΠ-Υ. Δυσκολίες που σχετίζονται με τη δυσαναγνωσία είναι η η δυσλαλία, η δυσαρθρία, ο αναγραμματισμός ή δυσγραμματισμός, η καθυστέρηση λόγου και ομιλίας. Η ξένη γλώσσα όπως και η μητρική είναι κώδικας και αποτελείται από μορφήματα που το καθένα αντιστοιχεί σε ένα φώνημα και κατά συνέπεια σε μία λέξη και την αντίστοιχη σημασία της. Φώνημα είναι η ηχητική και γράφημα η οπτική-γραφική αποτύπωση του μορφήματος. Η λέξη "horse" αποτελείται από τα φωνήματα h-o-r-s-e και αντιστοιχεί στην λέξη-εικόνα «άλογο». Η συγκεκριμένη δυσκολία λοιπόν οφείλεται στην αδυναμία φωνολογικής κωδικοποίησης τόσο των ήχων όσο και των αντίστοιχων γραμμάτων. Οι μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες δεν μπορούν να αντιληφθούν εύκολα την αλληλουχία αυτή ήχων και γραμμάτων γι’ αυτό το λόγο βλέπουμε παιδιά να αδυνατούν να διαβάσουν σωστά, να μπερδεύουν τα γράμματα μεταξύ τους με αποτέλεσμα να καθυστερούν στην ανάπτυξη προφορικού και γραπτού λόγου. Ακριβώς την ίδια δυσκολία καλείται να διαχειριστεί το παιδί όταν έρχεται σε επαφή με την ξένη γλώσσα. Η σύγχυση των γραμμάτων και των ήχων όπως p/b-d/p-j/zείναι συχνή. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι ένα παιδί πρέπει να έρθει σε επαφή με την ξένη γλώσσα σε πολύ μεγαλύτερη ηλικία επειδή αντιμετωπίζει μία μαθησιακή δυσκολία. Η ολοένα περισσότερη εξειδίκευση του καθηγητή ξένων γλωσσών σε θέματα μαθησιακών δυσκολιών μπορεί να συρρικνώσει το πρόβλημα και να ενθαρρύνει το παιδί στη διαδικασία της μάθησης αρκεί να τηρηθεί μία σειρά σταδίων την οποία θα αναπτύξουμε στο τρέχον άρθρο. Πριν από τα στάδια αυτά όμως, θα ήταν ωφέλιμο να γνωρίζουμε τις δυσκολίες που μπορεί να παρουσιάζει ένας μαθητής κατά την διαδικασία κατάκτησης της αναγνωστικής ικανότητας του νέου γλωσσικού κώδικα. Αν έχει προηγηθεί κάποια παρέμβαση από ειδικό παιδαγωγό σε πρώιμο στάδιο στη μητρική γλώσσα, κάνει τα πράγματα πιο εύκολα στην ξενόγλωσση εκπαίδευση, διαφορετικά ο εκπαιδευτικός της ξένης γλώσσας θα πρέπει να δουλέψει από την αρχή πάνω στο παιδί με ειδικές ασκήσεις φωνολογικής ενημερότητας μνήμης για την κατάκτηση της ανάγνωσης. Επειδή όμως αυτό δεν είναι εύκολο για τις τάξεις μεικτών ικανοτήτων ή για τα κέντρα ξένων γλωσσών στα οποία εισέρχονται μαθητές με και χωρίς μαθησιακές δυσκολίες (εκτός και αν εξειδικεύονται σε αυτές) μπορεί ο εκπαιδευτικός της ξένης γλώσσας να προτείνει τη συνεργασία με ειδικό παιδαγωγό για την ομαλότερη ένταξη του μαθητή στην ξενόγλωσση εκπαίδευση. Στις πρώτες τάξεις του δημοτικού (Α+Β) εμφανίζονται τα χαρακτηριστικά μαθησιακών δυσκολιών -αν και έχουν κάνει την παρουσία τους πολύ πιο νωρίς αλλά δεν γίνονται πάντα αντιληπτά από τους γονείς- κατά συνέπεια ο ειδικός παιδαγωγός μητρικής και ξένης γλώσσας μπορούν να συνεργάζονται παράλληλα από την προσχολική μόλις ηλικία, ώστε να ενισχύουν την επαφή του παιδιού με τη γνώση και η εμπλοκή του με την ξένη γλώσσα να μην αποτελεί άπιαστο όνειρο. Ας δούμε όμως τα χαρακτηριστικά των παιδιών που δυσκολεύονται στη φωνολογική δομή της ξένης γλώσσας: Παρουσιάζουν δυσκολίες στην ανάγνωση πολυσύλλαβων λέξεων και κυρίως σε λέξεις που βλέπουν για πρώτη φορά. Δεν παρατηρούν τα σημεία στίξης. Μπερδεύουν τις συλλαβές , προσθέτουν γράμματα ή αφαιρούν από τις λέξεις που διαβάζουν. Η ανάγνωση είναι αργή και πολλές φορές δεν ολοκληρώνεται. Δεν καταλαβαίνουν το νόημα της πρότασης ή του κειμένου που διαβάζουν κατά συνέπεια σε μία πιθανή ερώτηση κατανόησης δεν μπορούν να δώσουν απάντηση. Σταματούν την ανάγνωση και επαναλαμβάνουν μικρές λέξεις από την αρχή Όταν δουν μία μεγάλη λέξη προτιμούν να την προσπεράσουν ή να τη διαβάσουν λάθος ή χαμηλόφωνα και να προχωρήσουν παρακάτω. Δεν τονίζουν σωστά τις λέξεις Συγκεκριμένα σε ένα λήμμα μπορεί να μπερδεύουν ενδιάμεσα φωνήεντα ή σύμφωνα όπως ex : hate / hot-ball/bollστα αγγλικά και adopter/adapter στα γαλλικά. Η αποκωδικοποίηση των δίψηφων ήχων είναι δύσκολη ex. Tch/ch/st/gn Ακολουθούν την καθρεπτική γραφή et/te, Αδυνατούν να συντονίσουν μάτια-χέρια-μολύβι. Δυσκολεύονται να θυμηθούν τους ήχους των λέξεων Δυσκολεύονται να διακρίνουν γράμματα που μοιάζουν οπτικά (π.χ.: b/d, m/n, l/t, u/n, p/d, a/o). Δυσκολεύονται με γραμματικές δομές ή λεξιλογικές εκφράσεις. Δυσκολεύονται στους τόνους και τα άηχα γράμματα. (Μητρούση, Ν. 2013). «Δυσλεξία και Ξένες Γλώσσες». ΓΕΝΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ: Με τη διδασκαλία μιας ξένης γλώσσας εισάγουμε τους μαθητές σ’ ένα διαφορετικό γλωσσικό σύστημα . Οι μαθητές με Μ.Δ. παρουσιάζουν μειωμένο ενδιαφέρον, άρνηση, άγχος, χαμηλή επίδοση, πολλά κενά. Kάθε φώνημα της αγγλικής -γαλλικής και άλλων αδιαφανών ή ημιδιαφανών γλωσσών δεν αναπαρίσταται με ένα μόνο γράφημα (άλλα γράφουμε και άλλα διαβάζουμε). Η αντιστοιχία, δηλαδή, μεταξύ φωνημάτων και γραφημάτων δεν είναι σταθερή, για παράδειγμα η αγγλική γλώσσα χαρακτηρίζεται ως φωνολογικά αδιαφανής γλώσσα . Ο φθόγγος /a/ στην αγγλική γλώσσα προφέρεται με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους: make, cat, lap, ball, coat κλπ. Ο φθόγγος /c/ μπορεί να προφερθεί ως "κ", "τσ" (μαζί με το /h/) ή ως "σ": kitchen, cool, space κλπ. Η γαλλική και η γερμανική γλώσσα χαρακτηρίζονται ως φωνολογικά ημιδιαφανείς γλώσσες, δηλαδή παρουσιάζουν σχετική σταθερότητα στο φωνολογικό τους σύστημα. Διαφανείς γλώσσες, λόγω φωνολογικής συνοχής θεωρούνται η ισπανική και η ιταλική γλώσσα, όπου υπάρχει στενή αντιστοιχία μεταξύ ήχων στον προφορικό λόγο και γραμμάτων στο γραπτό. (Παπαδοπούλου, Θ. 2011). Η Διδασκαλία που βοηθά τους μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες είναι : Πολυαισθητηριακή Διδασκαλία η οποία βασίζεται στη συμβολή όλων των αισθήσεων του παιδιού, προκειμένου να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Διαφοροποιημένη διδασκαλία: Σχεδιασμός υλικού- ταυτόχρονη χρήση ερεθισμάτων (οπτικό, ακουστικό, κιναισθητικό). Η οργάνωση υλικού ξεκινά από το απλό και προχωρά στο πιο σύνθετο με τη χρήση βίντεο -τραγουδιών και παζλ. Βοηθούν οι διακρίσεις φωνημάτων, με ρύμες, με ρυθμικά τραγούδια, με flashcards. Ζητάμε από το μαθητή να μιμηθεί τις κινήσεις που κάνει το στόμα μας όταν λέμε τον ήχο και ενώ το λέει να ανιχνεύει παράλληλα με το δάχτυλο του το γράμμα. Μπορούμε να ηχογραφήσουμε τέτοιες δραστηριότητες, τα παιδιά λατρεύουν να ακούν εκ των υστέρων τη φωνή τους. Εξατομικευμένη Διδασκαλία: Κάποιοι μαθητές (σε μικρές ομάδες) μπορεί να γράφουν τις απαντήσεις τους, κάποιοι άλλοι να αναζητήσουν και να παρουσιάσουν πληροφορίες ή να απαντήσουν προφορικά. Διασκεδαστικό Μάθημα: Συγκεκριμένα το τραγούδι βοηθά τη φωνολογική ενημερότητα, τη σωστή προφορά, την ταχύτητα εκφοράς λόγου, την εκμάθηση λεξιλογίου και γραμματικών μορφών. Δίνουμε κείμενα χωρίς πολύπλοκη σύνταξη με τη χρήση εικόνων σχετικών με την ιστορία του κειμένου. Ομαδοποιούμε τις λέξεις βάσει των φωνημάτων τους: hat – cat – rat – mat και διδάσκουμε σύνθετες λέξεις αναλύοντάς τες στα επιμέρους συνθετικά πχ football . Κατά τη φωναχτή ανάγνωση προτρέπουμε το μαθητή να χρησιμοποιεί ως τεχνικές αυτοδιόρθωσης, την επανάληψη και τη σιωπηλή ανάγνωση. Σχετικά με τις άγνωστες λέξεις του κειμένου μπορούμε να ζητήσουμε από τα παιδιά να προσπαθήσουν να καταλάβουν τη σημασία τους πρώτα από το νόημα του κειμένου και μετά να βοηθήσουμε με δικές μας απαντήσεις χρησιμοποιώντας τη φθίνουσα υποστήριξη. Μία δραστηριότητα που αγαπούν πολύ όταν δεν υπάρχει κατάλληλος μηχανολογικός εξοπλισμός είναι «Ενώστε τα πιατάκια». Χρησιμεύει για την εκμάθηση λεξιλογίου και σωστής ανάγνωσης. Κόβουμε χάρτινα πιατάκια στη μέση , στο ένα μέρος γράφουμε τα γράμματα r/h/c/m/ και στο άλλο μέρος την κατάληξη at. Το ίδιο μπορούμε να κάνουμε και με άλλες λέξεις. Τις χωρίζουμε σε συλλαβές, τις ανακατεύουμε και ζητάμε από το παιδί να τις ενώσει για να σχηματίσει τη λέξη. Τα στάδια που πρέπει να αντιστοιχεί πλήθος δραστηριοτήτων για την κατάκτηση της αναγνωστικής ικανότητας είναι τα εξής: Λογογραφικό: Ο μαθητής πρέπει να μπορεί να αναγνωρίσει τις λέξεις που αντιστοιχούν σε εικόνες με τη βοήθεια οπτικών γνωρισμάτων-logos Αλφαβητικό: ο μαθητής εξασκείται στο να αναγνωρίζει την αντιστοιχία φθόγγων –γραμμάτων /μορφημάτων μέσα σε μία λέξη. Ορθογραφικό: ο μαθητής μαθαίνει να γράφει ορθά, να κατανοεί τη δομή της λέξης και να τη διαβάζει σωστά. Ένας μαθητής με μαθησιακές δυσκολίες θεωρείται ότι έχει γενική νοητική λειτουργία στο πλαίσιο του φυσιολογικού. Συνεπώς, το κυριότερο διαγνωστικό κριτήριο για τις Μαθησιακές Δυσκολίες είναι η απόκλιση μεταξύ του νοητικού δυναμικού και της σχολικής επίδοσης. Οι μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες μπορούν να προχωρήσουν σε ακαδημαϊκές σπουδές, η ακατάλληλη όμως διδασκαλία, ενώ δε δημιουργεί νέες μαθησιακές δυσκολίες, μπορεί να επιδεινώσει το πρόβλημα, να μεγαλώσει το μαθησιακό έλλειμμα, να επιβραδύνει την επίδοση και να οδηγήσει στη σχολική παραίτηση. Βιβλιογραφία: Παπαδοπούλου, Θ. (2011). «Μαθησιακές Δυσκολίες και ξένη γλώσσα». Μητρούση, Ν. (2013). «Δυσλεξία και Ξένες Γλώσσες». Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου Ευαγγελία Κουτράκου - Σύμβουλος Ψ.Υγείας